Κυριακή, Σεπτεμβρίου 23, 2007

Ο Δρόμος του Ειρηνικού Πολεμιστή

Είμαι ενθουσιασμένη! Δεν έχω λόγια να περιγράψω την χαρά μου. Επιτέλους. Ο ένας και μοναδικός Dan Millman έρχεται. Και όχι μόνο αυτό. Όχι, όχι θα μιλήσει για το πώς θα ξυπνήσουμε τον Ειρηνικό Πολεμιστή μέσα μας. Ξέρω, ξέρω ότι δεν ακούγεται λογικό «και ειρηνικός και πολεμιστής». Πρέπει να τολμήσετε να έρθετε πιο κοντά στην φιλοσοφία του Millman, αυτό είναι όλο. Και ποιος είναι ο Dan; Δε θα τολμήσω να σας πω εγώ. Θα σας μεταφέρω την περίληψη της αυτοβιογραφικής του ταινίας.

«Ένας αλαζόνας, ταλαντούχος και πολλά υποσχόμενος αθλητής ο Dan Millman, φαίνεται ότι ζει την τέλεια ζωή στο κολέγιο: έχει ένα καλογυμνασμένο κορμί με απίστευτη δύναμη, είναι όμορφος και έλκει όποια κοπέλα θέλει, έχει καλούς βαθμούς, χρήματα και την ευκαιρία να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Παρόλα αυτά ο Dan υποφέρει από τρομερούς εφιάλτες και περίεργα οράματα που δεν μπορεί να εξηγήσει ή να αγνοήσει και ν απαλλαχτεί από αυτά. Μια νύχτα τον βρίσκει ως συνήθως με εφιάλτες, να πηγαίνει για τρέξιμο μη ακολουθώντας τον συνηθισμένο δρόμο. Περνώντας μέσα από καινούριες γειτονιές, χάνεται στην ομίχλη. Ο δρόμος του τον οδηγεί σε ένα συνεργείο που έχει όλα τα φώτα αναμμένα και έναν ηλικιωμένο άντρα πίσω από το ταμείο, τον Σωκράτη…»

Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω. Από την μετριοφροσύνη του Δασκάλου (θυμίζω «ταλαντούχος», «είναι όμορφος», «έχει καλούς βαθμούς»); Βάζει και το «καλογυμνασμένο κορμί με απίστευτη δύναμη» για να πιάσει τους γκέι και τις ηλικιωμένες με την φτιασιδωμένη μούρη και το μαύρισμα solarium – αν σηκώσεις τη ρυτίδα φαίνεται το λευκό. Καλά όλα αυτά, να τα χάψω. Αλλά να ανακαλύψει τη σοφία από έναν μηχανικό αυτοκινήτου;Τι τόσο σημαντικό μπορεί να σου έμαθε δηλαδή; Πώς να αλλάζεις μπουζί; Και όλα αυτά στη συμφέρουσα τιμή των 300 €.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 17, 2007

Ατελείωτη ιστορία (εκλογών)

Πριν πολύ καιρό, όλοι οι ποντικοί στο Ναγκασάκι μαζεύτηκαν και αποφάσισαν ότι, αφού δεν υπήρχε τίποτα να φάνε στο Ναγκασάκι, θα περνούσαν απέναντι στη Σατσούμα. Ανέβηκαν σε ένα πλοίο και έφυγαν. Κατά τύχη συναντήθηκαν με ένα πλοίο στο οποίο επέβαιναν όλοι οι ποντικοί από τη Σατσούμα, που πήγαιναν στο Ναγκασάκι. Άρχισαν όλοι να ρωτούν τους άλλους πώς είναι τα πράγματα, και έμαθαν ότι δεν υπάρχει τίποτα να φάνε ούτε στο Ναγκασάκι ούτε στη Σατσούμα. Κατάλαβαν τότε ότι δεν υπήρχε νόημα να πάνε πουθενά. Αποφάσισαν λοιπόν να πηδήξουν στη θάλασσα και να πνιγούν.

Σχόλια

1. Ας μην σχολιάσω τώρα την πρωτοφανή προθυμία των Ιαπώνων να αυτοκτονούν με ψύλλου πήδημα.

2. Είναι το τέλειο παραμύθι για το αποτέλεσμα των εκλογών, όποιο και να ήταν αυτό. Τι Ναγκασάκι τι Σατσούμα. Τι ΝΔ τι ΠΑΣΟΚ. Το μόνο που μένει είναι να βουτήξουμε.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 16, 2007

Εκλογές

Σήμερα το είχα βάλει σκοπό να μην αφήσω την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ήταν η πρώτη φορά που θα ψήφιζα μετά την ανακάλυψη των δυνάμεών μου και αυτή τη φορά θα το έκανα μια πραγματική εμπειρία.

Σηκώθηκα το πρωί, έβαλα τα καλά μου, πήρα λεωφορείο και κατέβηκα στο πρώτο εκλογικό κέντρο που είδα. Έτριβα με χαιρεκακία τα χέρια μου και στήθηκα απ’ έξω. Στην αρχή χάζευα μέσα από την κάλπη και μέσα από τους φακέλους (αλλά μην με ρωτάς αποτελέσματα). Μετά βαρέθηκα και είπα να κάνω κάτι πολύ κακό. Θα μπορούσα να κάτσω εκεί και να επηρεάσω κάθε ψηφοφόρο να φτύνει/χέζει/χύνει στο ψηφοδέλτιο. Χαμογελούσα μόνο που σκεφτόμουν τον ΠΑΣΟΚο παππού να τρέμει και να ιδρώνει αλλά τελικά να φτύνει το πολύτιμο και ήδη σταυρωμένο ψηφοδέλτιο. Ή τον πιτσιρικά με το σκισμένο παντελόνι, χυμένο και χάλια από το χτεσινό ξενύχτι να κρατά καμαρωτός καμαρωτός το ψηφοδέλτιο του ΕΝΑΝΤΙΑ ή του Μ-Λ ΚΚΕ ή του ΚΚΕ Μ-Λ (η εξωκοινοβουλευτική αριστερά δεν έχει και πολύ φαντασία). Θα μπει με υφάκι επαναστάτη στο παραβάν και ξεδιπλώνοντας το ψηφοδέλτιο…χέσει τον πρωινό καφέ σε αυτό.

Αλλά το μετάνιωσα, άρχισε ο Περικλής μέσα μου τα «η ψήφος είναι δημοκρατικό μπλα μπλα δικαίωμα μπλα μπλα» και τέτοια ενοχλητικά. «Εντάξει, είπα στη συνείδησή μου, αλλά αν βαρεθώ, θα το κάνω». Και στράφηκα στον πραγματικό μου στόχο για σήμερα: τους κομματικούς εκπροσώπους! Δε φόραγαν καρτελάκια αλλά δεν ήταν ανάγκη. Η Πράσινη ήταν αγχωμένη και η φωνή της ήταν τσιριχτή, ο Μπλε ήταν κλασικός Δαπίτης. Για να μην μιλήσω για τον Κόκκινο. Συγκεντρώθηκα, πήρα τις βαθιές μου ανάσες και άρχισα την υποβολή μου. Το σόου άρχισε.

- Το ΠΑΣΟΚ προσφέρει δωρεάν αστικές και υπεραστικές κλήσεις, άρχιζε να τσιρίζει η πράσινη.
- Η ΝΔ προσφέρει το χαμηλότερο πάγιο και το φθηνότερο SMS.
- Μην τους ακούτε, φώναξε ο Κόκκινος, το ΚΚΕ θα προσφέρει φθηνό λαϊκό τηλεφώνημα για όλους.

Χάος, ψηφοδέλτια να πετάνε, αλλόφρονες εκπρόσωποι. Τι άλλο θες σε αυτή τη ζωή; Μα τι άλλο; Το επόμενο εκλογικό κέντρο. Έφυγα περπατώντας σαν πρωταγωνίστρια του Ταραντίνο.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2007

Film Noir (pt 3)

Είναι καταμεσήμερο και ο ήλιος είναι ντάλα. Και καλά να είσαι σε νησάκι, που περιμένεις να καψαλιστείς για να μπεις στη θάλασσα. Άμα είσαι σε ένα στενάκι στη Κυψέλη, δεν έχει καθόλου πλάκα. Έτρωγα το τρίτο παγωτό στη σειρά στη καφετερία που καθόμουν. Έκανα πως διάβαζα ένα βιβλίο αλλά στην πραγματικότητα προσπαθούσα να μην παίρνω τα μάτια μου από ένα διαμέρισμα στο επάνω στενό.
Επί τρεις μέρες έκανα περίπου την ίδια δουλειά με διάφορες παραλλαγές. Παρακολουθούσα την μαμά του αρχιμαφιόζου. Ήταν μια θλιβερή γιαγιά, κοντή και χοντρούλα, με μασέλα και άσπρα μαλλιά. Κάθε μέρα ακολουθούσε ένα αυστηρό, στρατιωτικό σχεδόν πρόγραμμα το οποίο περιλάμβανε καθάρισμα, δίπλωμα, ξεδίπλωμα και ξαναδίπλωμα πετσετών, τηλεόραση, τηλεόραση, χάπια, ύπνος.
Όταν πίστεψα ότι είχα δει αρκετές φορές τη μασέλα να μπαίνει στο κλασσικό ποτηράκι δίπλα από το κρεβάτι, πήγα να δω τον μαφιόζο. Στο μπαρ η κατάσταση ήταν ίδια, καπνός, όπλα, ναρκωτικά. Η εξοικείωση με έκανε να ανατριχιάσω. Ο αστείος τύπος με τον απόλυτα σοβαρό γορίλλα του ήταν εκεί και μιλούσε με κάποιον. Μου έκανε νόημα να πλησιάσω και να κάτσω. Του είπα όσα είχα δει.
- Δεν είδες τίποτα ύποπτο;
Κοίταξα με νόημα γύρω μου για να δείξω ότι η λέξη «ύποπτο» χρειαζόταν διασαφήνιση στο συγκεκριμένο περιβάλλον.
- Ένα βάζο, είπε εκείνος έντονα. Είδες ένα βάζο; Ένα γυάλινο βάζο;
Τα μάτια του γυάλιζαν, ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπό του. Προσπαθούσα να μην σκέφτομαι σε τι βρωμοδουλειές είχε μπλέξει την άμοιρη γριούλα και σκέφτηκα αν είχα δει κάτι τέτοιο.
- Ναι, είπα. Είδα ένα βάζο στο τελευταίο ράφι πάνω από την κουζίνα.
- Την κωλόγρια, και μου έλεγε ότι δεν έχει άλλο γλυκό σταφύλι.
Από τότε κατάλαβα ότι δεν είναι της μοίρας μου γραφτό να κάνω κάτι συγκλονιστικό στη ζωή μου. Σκατά!

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 10, 2007

Film Noir (pt 2)

Είχα ήδη αρχίσει να κοιτάω μέσα από τους τοίχους για μία εναλλακτική έξοδο κινδύνου, κάτι σαν τον Λούκυ Λούκ που βάζει την Ντόλυ έξω από το παράθυρο. Υπήρχαν πολλά πίσω δωμάτια, όλα κατειλημμένα, ναρκωτικά, πορνεία, χαρτοπαιξία, όχι απαραίτητα το καθένα ξεχωριστά. Από τα πίσω τραπέζια, στα οποία στις ταινίες συνήθως γίνονται οι φασαρίες, κάποιος μου κουνούσε το χέρι. Ξεχνώντας για λίγο το φόβο μου, κρατήθηκα για να μην γελάσω.
Ήταν ένα φαλακρό ανθρωπάκι, με άσπρο πουκάμισο, σορτσάκι και σανδάλια. Ήταν χοντρός και καθώς κουνούσε το χέρι του κουδούνιζαν τα χρυσά του βραχιόλια. Παρόλη την γελοία εμφάνιση, εξακολουθούσα να κρατιέμαι και δε γέλαγα. Πρώτον γιατί ένας τριχωτός θηριώδης τύπος, δραπέτης από πειράματα του Δαρβίνου, στεκόταν πίσω του και έπειτα γιατί το κοντόχοντρο γελοίο ανθρωπάκι με κοίταζε διαπεραστικά. Προχώρησα προς το τραπέζι και έκατσα στην καρέκλα που το χέρι-κουδουνίστρα μου έδειχνε.
- Καλησπέρα Βασιλεία. Χαίρομαι που κατάφερες να έρθεις.
- Ήταν λίγο δύσκολο να αρνηθώ. Θα σας πείραζε να με ενημερώσετε για το πώς …
- Σε παρακολουθώ πάρα πολύ καιρό. Την υποψία την είχα από ένα βράδυ στο κέντρο. Έκανα μια …συναλλαγή στο αμάξι μου. Παρόλο που τα τζάμια ήταν φιμέ, εσύ κοίταξες μέσα. Από την αντίδρασή σου κατάλαβα ότι είδες. Από τότε έβαλα κάποιους να γίνουν η σκιά σου. Μετά έκανα και κάποια τεστ.
- Τεστ; ρώτησα ιδρώνοντας ήδη.
- Ναι, ας πούμε κάποιος άνθρωπός μου μπήκε στο ίδιο λεωφορείο με εσένα και στην τσάντα του είχε ένα τεράστιο δονητή. Είδες, τον κοίταξες έκπληκτη και μόλις που κρατήθηκες να μη γελάσεις.
- Κατάλαβα. Και τι ακριβώς θέλετε;
- Θέλω να αγοράσω τις υπηρεσίες σου. Πρόσεξε είπα αγοράσω. Δε σε απειλώ. Θα πληρωθείς καλά.
- Θα ήταν τολμηρό να ρωτήσω περι τίνος πρόκειται, προτού απαντήσω στην ομολογουμένως ευγενική προσφορά σας;
- Φυσικά! Θα με βοηθήσεις να καταστρέψω το χειρότερο εχθρό μου.
Για μια αδιάφορη και βαρετή ύπαρξη σαν εμένα αυτό ήταν το όριο. Καλά το καταγώγιο, καλά να πίνω ουίσκι (τι σκατά είναι αυτό με τους μαφιόζους και το ουίσκι;) το οποίο μου σερβίρει ένας γορίλας με τατουάζ μια αγχόνη. Ε, όχι αυτό πήγαινε πολύ. Πήρα μια βαθιά ανάσα, αποχαιρέτησα το μάταιο αυτό κόσμο και ετοιμάστηκα να αρνηθώ.
- Ξέρετε…παρόλη την καλή μου διάθεση δε θα μπορέσω…
- Δε τελείωσα! φώναξε και όλο το μαγαζί πάγωσε μαζί με το σκατό μου στην κάλτσα. Πρόκειται για την μητέρα μου.
Εξακολουθεί να συνεχίζεται.....

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 08, 2007

Film noir (pt 1)

Ναι, ξέρω ότι έχω πολύ καιρό να γράψω για κάτι συνταρακτικό που μου συνέβη. Κάτι που να έχει σχέση με τις δυνάμεις μου. Η αλήθεια είναι ότι τελευταία δεν έκανα τίποτε άλλο από το να κάθομαι στον κώλο μου. Εκτός από μια μοναδική μέρα.
Έκανα αυτό που κάνω κάθε μέρα. δηλαδή να ζω σαν όλους εσάς παρόλο που θα μπορούσα να κάνω κάτι πιο συγκλονιστικό (και για όσους νομίζουν ότι βγαίνοντας, γαμώντας, βρίζοντας κάνουν κάτι συγκλονιστικό ας το ξανασκεφτούν). Όσοι διαβάζετε συχνά το ιστολόγιό μου θα έχετε καταλάβει ότι οι υπερδυνάμεις μου, μου δημιουργούν περισσότερα προβλήματα. Μην παρεξηγηθούμε. Είμαι ευχαριστημένη από τη ζωή μου, περνάω καλά, απλά το να βλέπεις μέσα από αντικείμενα και πολύ μακρυά αλλά πολύ περισσότερο να μπορείς να ελέγχεις τη βούληση των άλλων, σε κάνει να σκέφτεσαι τη ζωή διαφορετικά.
Εκείνη την μέρα όμως χτύπησε το τηλέφωνο. Και από την άλλη μεριά της γραμμής ήταν ένας άγνωστος. Σκέφτηκα ότι ήταν πωλητής και άρχισα να βαριέμαι.
- Καλημέρα, Βασιλεία, είπε. Πως περνάς; Βλέπεις τη ζωή των άλλων μέσα από τους τοίχους τους;
Δε μου έπεσε το ακουστικό από το χέρι ούτε σωριάστηκα σε καμιά πολυθρόνα αλλά έμεινα να κοιτάω σα χαζή την κουζίνα της από κάτω μου. Κάποιος ήξερε για’ μένα! Και ήρθε αυτό το συναίσθημα. Φόβος και ενθουσιασμός μαζί. Συνέχιζα να κοιτάω την ιεροτελεστία των σνίτσελ της από κάτω.
- Λοιπόν, θα σε δω από κοντά στις 11 στο ****.
Το βράδυ μπήκα στο μπαρ ψάχνοντας ήδη στο χώρο το πρόσωπο που με είχε καλέσει εκεί. Είχα ήδη μετανιώσει για την απόφασή μου να πάω. Το μπαρ ήταν σε μια από τις πιο κακόφημες μεριές της πόλης. Ακόμη και έτσι να μην ήταν όμως, αρκούσε να ρίξει κανείς μια ματιά στους θαμώνες. Βαριές φιγούρες, τατουάζ και άγρια βλέμματα παντού. Κουρασμένες, εντυπωσιακές γυναίκες γελούσαν ή έστεκαν ήσυχες δίπλα σε άντρες που δεν έκαναν καμία προσπάθεια να κρύψουν τα όπλα τους. Κοίταξα γύρω και είδα μαχαίρια και πιστόλια ζωσμένα σε κάθε ζώνη. Ήμουν στο Φαρ Ουέστ και περίμενα να μπει ο Λούκυ Λουκ.


Συνεχίζεται.....

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 04, 2007

Ο Χάρτης

Ο χάρτης καθόταν στο ράφι και αισθανόταν εντελώς μαλάκας. Τον είχαν στριμώξει όπως όπως στο κάτω ράφι της βιβλιοθήκης με τους πιο βαρετούς τύπους. Κάτι «Πως παίζεται το σκάκι» και «Μπάσκετ 1970-80». Ήταν γυαλιστερός, αδιάβροχος ανθεκτικός και πάνω από όλα ακριβής. Και κανείς δε του έδινε σημασία. Άκουγε τις συζητήσεις από τα πάνω ράφια και έσκαγε. Οι φιλόσοφοι δεν έβαζαν γλώσσα μέσα τους και οι ποιητές μιλούσαν ακαταλαβίστικα αλλά τόσο ωραία.

Αλλά πιο πολύ ακόμα μισούσε τους ταξιδιωτικούς οδηγούς. Είχαν δικό τους ράφι πάνω πάνω. Και το χειρότερο, ήταν χρησιμοποιημένοι. Είχαν πάει ταξίδι! Ο χάρτης έβριζε σε μεγάλη κλίμακα μέσα στην πλαστική θήκη του. Και έβριζε τον πατέρα του. Ενώ η μαμά του επέμενε να γίνει τουριστικός οδηγός, ο μπαμπάς του επαναλάμβανε την επωδό «Να γίνει κάτι χρήσιμο το παιδί». Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια κομπλεξική πινακίδα στην εθνική.

Και όσο περνούσε ο καιρός τόσο εκνευριζόταν. Όχι μόνο γιατί οι συγκάτοικοί του παραληρούσαν (ο ένας έλεγε «Σα4» και ο άλλος απαντούσε «10 Ασσίστ») αλλά και γιατί καταλάβαινε ότι ήταν εντελώς μαλάκας. Δε μπορούσε να δώσει καμία οδηγία που να έχει σημασία. Όταν εκείνη τον ρωτούσε «Που πάει η σχέση μας;» εκείνος δε μπορούσε να απαντήσει «Δεξιά μέχρι τη Δώθε Μαγουλίτσα». Και όταν εκείνος έλεγε «Αισθάνομαι εντελώς χαμένος» δε μπορούσε να του πει ότι βρισκόταν στο 35ο χιλιόμετρο Φαφλακιών-Ξερομίτσας.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 02, 2007

Τρομαχτικά τρομερός τρόμος

Με αφορμή την «ασύμμετρη απειλή» (μα είναι υπέροχο) θέτω ένα σημαντικό ζήτημα.

Τι είναι τρόμος; Τι φοβούνται οι άνθρωποι; Εντάξει, όλοι φοβόμαστε τον θάνατο. Εκτός φυσικά αν είσαι ο Υιός του Θεού ή ο κολλητός του ο Λάζαρος (τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα να είσαι ο Λάζαρος γιατί θα αποφύγεις την ταλαιπωρία –ξέρεις, βασανιστήρια, σταύρωση). Ή αν είσαι ο Δαλάι Λάμα και ξέρεις ότι θα μετενσαρκωθείς. Παρεμπιπτόντως, μόνο ο Δαλάι Λάμα πρέπει να χαίρεται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. «Επιτέλους, η Λάσα θα είναι παραθαλάσσια στην επόμενη μετενσάρκωση».

Εγώ για παράδειγμα φοβάμαι τα ύψη. Τώρα αυτό μάλλον δεν είναι ακριβές. Δηλαδή δεν βλέπω ένα ύψος και λέω «Θεέ μου! Ένα τρομερό ύψος!». Μάλλον φοβάμαι την πτώση. Αλλά ο όρος “πεσοφοβία” δεν προσδίδει κύρος σε έναν ηλικιωμένο καθηγητή και δεν ταιριάζει σε βιβλιογραφία.
Εσείς, 5 αναγνώστες μου, τι φοβάστε;