Πέμπτη, Φεβρουαρίου 22, 2007

Φόνος

Δε το πιστεύεις το ξέρω. Σου φαίνομαι τόσο αστεία και χαριτωμένη. Μοιάζω αβοήθητη και χαμένη, σχεδόν παγιδευμένη σε ένα σώμα που δεν ελέγχω. Γελάς με τα μικρά μου παθήματα και κοροϊδεύεις τις ατυχίες μου. Είσαι σίγουρος ότι δεν υπάρχω. Και όμως, είμαι ικανή για φόνο. Πώς το ξέρω;
Πριν λίγο καιρό, κάποιοι μετακόμισαν στο διπλανό διαμέρισμα. Κοίταξα και είδα ένα ζευγάρι και τους παρακολούθησα για λίγο. Μετά την πρώτη περιέργεια, τους ξέχασα.
Μετά από μερικά βράδια, όμως, ξύπνησα από φωνές και κραυγές. Ένας άγριος καυγάς είχε ξεσπάσει από δίπλα. Μάλλον όχι καυγάς αφού άκουγα μόνο εκείνον να φωνάζει και να την βρίζει με το χειρότερο τρόπο. Δεν θέλησα να κοιτάξω μέσα από τον τοίχο για να δω τι γίνεται. Και μετά ένας πνιχτός ήχος και ένα μουγκρητό. Ησυχία! Το επόμενο πρωί την είδα. Τα χείλη της ήταν πρησμένα και το μάτι της ήταν μελανιασμένο. Δαγκώθηκε και προσπάθησε να κρυφτεί.
Έκανα αυτό που κάνουν όλοι. Τίποτα. Ένα βράδυ ξέσπασε ένας ίδιος καυγάς. Τον άκουγα να την χτυπά και να την βρίζει χυδαία. Ήμουν έτοιμη να κλείσω τ’ αυτιά και ν’ αλλάξω δωμάτιο όταν την άκουσα να του φωνάζει «Σταμάτα! Αίμα! Το παιδί μου!». Κοίταξα μέσα από τον τοίχο και την είδα να είναι διπλωμένη στα δύο, μελανιασμένη από τις γροθιές να του δείχνει το ματωμένο της χέρι. Από την διαχειρίστρια έμαθα ότι ήταν έγκυος και είχε αποβάλει.
Τον εγκατέλειψε και δεν την είδε ξανά κανείς.
Αυτή την φορά ήμουν αποφασισμένη να φτάσω στα άκρα. Ένιωθα υπεύθυνη για ό,τι είχε συμβεί και που δεν είχα εμποδίσει. Δεν θα το επέτρεπα ξανά.
Εκείνο το βράδυ ήταν μόνος, το ήξερα καλά. Τον παρακολουθούσα μέσα από τον τοίχο να αλλάζει, να τρώει, να χέζει. Σαν να μην συνέβαινε τίποτα, σαν να μην είχε κανένα βάρος στη συνείδησή του. Βγήκα από το διαμέρισμα και χτύπησα την πόρτα του.
Μου άνοιξε με το βρώμικο σώβρακο και το σκισμένο φανελάκι. Με κοίταξε με ένα ύφος σαν να πάτησε σκατά. Αλλά δεν είχε καμιά ελπίδα απέναντι στη δύναμη της υποβολής μου. Του είπα να μου ανοίξει και εκείνος πειθήνια μου άνοιξε. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Έβγαλα το πιστόλι και τον έβαλα να το πάρει. Εκείνος το κράτησε και με κοιτούσε με ένα άδειο βλέμμα.
Είχα σκεφτεί τόσες φορές αυτό που πήγαινα να κάνω. Το είχα φανταστεί ξανά και ξανά με λεπτομέρεια, ώστε όταν θα ερχόταν η ώρα να μην δίσταζα καθόλου. Παρόλαυτά δίσταζα, δεν ήταν λίγο αυτό που ετοιμαζόμουν να κάνω. Δεν ήξερα αν θα μπορούσα να ζήσω με αυτό το βάρος. Όμως σκλήρυνα το βλέμμα και έδωσα με απόλυτη αυτοσυγκέντρωση την εντολή.
Το είχα φανταστεί και όταν το σχεδίαζα έμοιαζε απλό. Όμως τελικά δεν ήταν. Τον έβαλα να βγάλει όλα του τα ρούχα και μετά να σκύψει και να βάλει το όπλο στον κώλο του.
Τώρα αυτό είναι άλλο να το σχεδιάζεις και άλλο να το υλοποιείς. Το διαμέτρημα του όπλου που είχα υποβάλει τον πωλητή στο οπλουργείο να μου δώσει, ήταν μεγάλο. Πριν του ασκήσω την υποβολή δεν μπορούσα να τον ρωτήσω.
- Και να σας πω, ποιο από όλα αυτά πιστεύετε ότι χωράει σε κωλοτρυπίδα;
Έτσι έμεινα να παρακολουθώ με απελπισία έναν γυμνό άνδρα στο διαμέρισμα ο οποίος ίδρωνε να χώσει ένα πιστόλι στο κώλο του με το χέρι στην σκανδάλη. Κάθε ατμόσφαιρά νουάρ χάθηκε και έτσι δεν κατάφερα να γίνω δολοφόνος.
Όσο για τον τύπο, τον έβαλα να πάει ολόγυμνος σε γνωστό gay μπαρ.