Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

Ες Παρισίους

Διασκέδασα απίστευτα στο Παρίσι. Ήμουν με καλή παρέα [Μην κοροϊδευόμαστε, άμα έχεις καλή παρέα, η φράση «πέρασα καλά» κολλάει με όλα: «Και τρίβαμε τα πατώματα, πέρασα καλά», «Είχαμε τρεις ώρες καθυστέρηση, πέρασα καλά» και άλλα τέτοια παρανοϊκά]. Πέρα από τα προφανή και γνωστά κάλλη της πόλης, εξάσκησα αρκετά τις δυνάμεις μου.
Βέβαια, έχανα λίγο τη χαρά του να ανακαλύψω το αξιοθέατο γιατί το έβλεπα από μακρυά. Μου λείπει και η χαρά του να χάνομαι, αφού έβλεπα μέσα από τους τοίχους και μας οδηγούσα καρφί σε μια ακόμη ουρά για να μπεις κάπου. Αυτό με τις ουρές είχε λίγο πλάκα, γιατί ήμασταν μαζεμένες όλες οι φυλές περιμένοντας να απολαύσουμε αυτό που μας υπέδειξαν σαν αξιοθέατο. Αντιλαμβάνεσαι την ανθρώπινη ψυχολογία. Μια ακόμη εκκλησία, ουρά, κυρίως Γιαπωνέζοι, στην Τζοκόντα, οδηγοί του Λούβρου με τον κώδικα Ντα Βίντσι.
Αυτό δε το μουσείο μου έδωσε την αίσθηση της τεράστιας αποθήκης: στοιβαγμένοι πίνακες ο ένας πάνω στον άλλο (εκτός αν έχουν προβλέψει και για τους μπασκετμπολίστες). Άσε που η Αφροδίτη της Μήλου είχε αράχνες.

Μεγάλες δόξες η αράχνη, ούτε στο δίχτυ της Καρλόττας τέτοια επιτυχία. Όλοι την φωτογραφίζουν, κανείς δεν την ενοχλεί. Απο την άλλη δεν είναι και πέρασμα για μύγες εκεί. Είναι όλες στις μούμιες. Παρεπιπτόντως, είχε και ζώα μούμιες, γάτες, πουλιά, κροκόδειλους, ψάρια. Τι είναι αυτά; Χόμπι του ταριχευτή; Μέχρι να πεθάνει κανένας Φαραώ, μουμιοποιεί ό,τι βρει μη τυχόν και ξεχάσει την τέχνη;
Το καλύτερο όμως το βίωσα πάλι με την υποβολή μου. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω ένα σαρκαστικό γελάκι κάθε φορά που ανάγκαζα έναν Γάλλο να μου μιλήσει Αγγλικά. Στη Rue Cler, πες Κολωνάκι, σταμάτησα μια κυρία με το πιο μικρό αλλά πανάκριβο σκυλί. Τη ρώτησα στα Αγγλικα και χαμογελούσα με κακία καθώς την έβλεπα να ιδρώνει και να παλεύει, να προσπαθεί μάταια να μου αντισταθεί. Με τον ιδρώτα να τρέχει στο μέτωπό της, παραιτήθηκε και μου μίλησε στα Αγγλικά. Νομίζω την είδα να κλαίει καθώς απομακρυνόταν.